14 Μαΐ 2021

ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑ: Να ξανακοιμηθούμε στις αυλές

 


Γράφει ο Νίκος Τζιόπας

Η οδός Ευριπίδου στη Λαμία είναι μια ανηφόρα στην περιοχή της Ανθούπολης (παλιά λεγόταν Αραπόρεμα ή Σκατόρεμα, σήμερα «Ανθέων»), απέναντι από το στρατόπεδο της ΜΕΡΥΠ και κάτω από τον Άγιο Λουκά. Είναι ένας από τους πιο... ακριτικούς δρόμους στην δυτική πλευρά της πόλης. Με θέα τον Αη Λιά και το πευκόδασος του Αγίου Λουκά. Από εκεί και μετά... βουναλάκια.

Και λόγω ανηφοριάς, τα περισσότερα σπίτια, όπως αυτό στο οποίο πέρασα τα παιδικά και εφηβικά μου χρόνια ώσπου να καταταχθώ στον στρατό, είχαν τις αυλές τους δίπλα ακριβώς στο δρόμο, τουλάχιστον 2 μέτρα χαμηλότερα από αυτόν.

Τέτοια εποχή που η φύση οργίαζε και η σχολική χρονιά έφτανε προς το τέλος της, για εμάς τους πιτσιρικάδες άρχιζε η πιο ωραία εποχή του χρόνου: το καλοκαίρι!

Μια εποχή, που κατά την δεκαετία του ΄80, μπορούσαμε, όταν δεν παίζαμε μπάλλα από το πρωί ως το βράδυ, να πάμε για εξερεύνηση στο πευκόδασος, τους γύρω λόφους έως εκεί που πιάνει το μάτι, φτιάχνοντας πέτρινα καστράκια. Το μόνο που θυμάμαι ότι ανησυχούσε τη μάνα μου, ήταν μην έρθω πίσω σακατεμένος, πράγμα που συνέβαινε πολύ συχνά διότι οι πέτρες δεν αποτελούσαν μόνο τα «οικοδομικά» υλικά των κάστρων που φτιάχναμε αλλά και, ενίοτε, τα «πολεμοφόδια» για τον «πόλεμο» που παίζαμε οι παλιοπαρέες. 

Δεν θυμάμαι ποτέ να μου έδωσε η μάνα μου άλλη συμβουλή, πλην του να γυρίσω πριν τα μεσάνυχτα στο σπίτι. Δεδομένης της

«ακριτικής» φύσης της γειτονιάς μου, θα περίμενε κάποιος συμβουλές του τύπου «μην μιλάς με αγνώστους περαστικούς», «πρόσεξε μην σε σταματήσει κανένα διερχόμενο από τον περιφερειακό αυτοκίνητο και σου ζητήσει κάτι» και τέτοια. Μπα, τίποτα. Μόνο μην σακατευτώ από τον ανηλεή πετροπόλεμο και να γυρίσω νωρίς.

Αυτές είναι μερικές από τις παιδικές μου αναμνήσεις. Αλλά για να γυρίσω εκεί από όπου ξεκίνησα, δηλαδή στις αυλές που ήταν δίπλα και δύο μέτρα κάτω από το δρόμο και στο καλοκαιράκι, μπορώ να πω με σιγουριά ότι αυτή είναι μία από τις εντονότερες αναμνήσεις μου από εκείνες τις εποχές. Εποχές χωρίς κλιματιστικά τότε, η Λαμία (όπως πάντα) μία από τις πιο «καυτές» πόλεις το καλοκαίρι, η μικρή μας αυλή μεταμορφωνόταν σε υπνοδωμάτιο σε καθημερινή βάση. Κι όχι μόνο η δική μας. Όλες οι γειτονικές αυλές, όλες οι αυλές των όμορων γειτονιών, όλες οι αυλές τις πόλης, όλες οι αυλές της Ελλάδας.

 Η φράση «κοιμόμασταν στις αυλές» δεν λέει απολύτως τίποτα στους αντίστοιχους νέους του σήμερα. Όχι μόνο ως αίσθηση αλλά και ως προέκταση του αισθήματος της ασφάλειας και της ελευθερίας που κυριαρχούσε στις ελληνικές πόλεις μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ΄90.

Οι σημερινοί πενηντάρηδες και άνω έχουμε τέτοια βιώματα. Οι μικρότεροι ίσως τα έζησαν περισσότερο στα χωριά τους για λίγα χρόνια ακόμα διότι στις πόλεις δεν το διανοούνταν κανένας να το επαναλάβει από το 1990 και μετά. 

Όπως και κανένας νέος της ηλικίας μου δεν διαννοούταν τότε ότι θα έρθει η εποχή που θα ζούμε κλειδαμπαρωμένοι με πανάκριβα συστήματα ασφαλείας στα σπίτια μας και ζωσμένα με κάμερες. 

Ότι θα έρθει εποχή που το έγκλημα θα μεταφερθεί ΜΕΣΑ στις εστίες μας και θα δολοφονεί μια μάνα μπροστά στο παιδί της για μερικά χιλιάρικα. 

Ότι θα έρθει εποχή που τα κακουργήματα όταν δεν μετατρέπονται σε πλημμελήματα, θα αντιμετωπίζονται με γελοίες ποινές. 

Αυτά να τα θυμάστε όπως επίσης να θυμάστε και τι συνέβη κατά την δεκαετία του ΄90 κι άλλαξε τόσο δραματικά η κατάσταση.

Εγώ το μόνο που κρατάω από όλη την κατάσταση είναι ότι όταν πηγαίνω στο χωριό μου θα αναρωτιέμαι πως κατάντησα από το να κοιμάμαι παιδάκι στις αυλές της Λαμίας, να μην μπορώ σήμερα να κάνω το ίδιο σε ένα χωριό 150 κατοίκων.

Αν και σήμερα έχω ένα μικρό πλεονέκτημα, μια κάποια λύση στον προβληματισμό μου: Έχω άδεια οπλοκατοχής ενός δίκανου του συγχωρεμένου του πατέρα μου. Κι επειδή έχω σκοπό να δείξω και στα παιδιά μου πως είναι να «κοιμάσαι στις αυλές». θα είναι πάντα γεμάτο. 

Είναι κι αυτός ένας τρόπος να δείξω στο κράτος ότι πρέπει να αναλάβει τις ευθύνες του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου